- φθοράνθρακας
- ο, Νχημ. συνοπτική ονομασία ενώσεων τού άνθρακα και τού φθορίου, εξαιρετικά αδρανών από χημική άποψη και εξαιρετικά ανθεκτικών στη θερμότητα, ενώσεων που είναι επίσης οι αποτελεσματικότεροι γνωστοί μέχρι σήμερα διαλύτες τού αέριου οξυγόνου.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. επιστημον. όρου, πρβλ. αγγλ.fluorcarbon, γαλλ. fluorcarbure].
Dictionary of Greek. 2013.